μαγνητοφωνημένος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | μαγνητοφωνημένος | η | μαγνητοφωνημένη | το | μαγνητοφωνημένο |
| γενική | του | μαγνητοφωνημένου | της | μαγνητοφωνημένης | του | μαγνητοφωνημένου |
| αιτιατική | τον | μαγνητοφωνημένο | τη | μαγνητοφωνημένη | το | μαγνητοφωνημένο |
| κλητική | μαγνητοφωνημένε | μαγνητοφωνημένη | μαγνητοφωνημένο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | μαγνητοφωνημένοι | οι | μαγνητοφωνημένες | τα | μαγνητοφωνημένα |
| γενική | των | μαγνητοφωνημένων | των | μαγνητοφωνημένων | των | μαγνητοφωνημένων |
| αιτιατική | τους | μαγνητοφωνημένους | τις | μαγνητοφωνημένες | τα | μαγνητοφωνημένα |
| κλητική | μαγνητοφωνημένοι | μαγνητοφωνημένες | μαγνητοφωνημένα | |||
| Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- μαγνητοφωνημένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου μαγνητοφωνώ, μαγνητοφωνούμαι
Μεταφράσεις
μαγνητοφωνημένος
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.