λέξις
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ἡ | λέξῐς | αἱ | λέξεις |
| γενική | τῆς | λέξεως | τῶν | λέξεων |
| δοτική | τῇ | λέξει | ταῖς | λέξεσῐ(ν) |
| αιτιατική | τὴν | λέξῐν | τὰς | λέξεις |
| κλητική ὦ! | λέξῐ | λέξεις | ||
| δυϊκός | ||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | λέξει | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | λεξέοιν | ||
| 3η κλίση, Κατηγορία 'πόλις' όπως «πόλις» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /lék.sis/ (5ος π.Χ. αιώνας Αττική)
- ΔΦΑ : /ˈlek.sis/ (1ος μ.Χ. αιώνας Αιγυπτιακή)
- ΔΦΑ : /ˈlek.sis/ (4ος μ.Χ. αιώνας Κοινή)
- ΔΦΑ : /ˈlek.sis/ (10ος μ.Χ. αιώνας Βυζαντινή)
- ΔΦΑ : /ˈlek.sis/ (15ος μ.Χ. αιώνας Κωνστανινουπολίτικη)
Ουσιαστικό
λέξις, -εως θηλυκό
- λόγος, ομιλία
- τρόπος ομιλίας, γλώσσα (λ.χ. στα δικαστήρια)
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Ἀπολογία Σωκράτους, p.17d
- νῦν ἐγὼ πρῶτον ἐπὶ δικαστήριον ἀναβέβηκα, ἔτη γεγονὼς ἑβδομήκοντα· ἀτεχνῶς οὖν ξένως ἔχω τῆς ἐνθάδε λέξεως.
- Πρώτη φορά τώρα, που είμαι εβδομήντα χρόνων, παρουσιάζομαι μπροστά σε δικαστήριο· αληθινά λοιπόν δε γνωρίζω καθόλου τη γλώσσα που μιλούν εδώ μέσα.
- Μετάφραση (1923): Παύλος Νιρβάνας. Αθήνα: Ελευθερουδάκης @greek‑language.gr
- νῦν ἐγὼ πρῶτον ἐπὶ δικαστήριον ἀναβέβηκα, ἔτη γεγονὼς ἑβδομήκοντα· ἀτεχνῶς οὖν ξένως ἔχω τῆς ἐνθάδε λέξεως.
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Ἀπολογία Σωκράτους, p.17d
- σπάνιος όρος ο οποίος χρειάζεται επεξήγηση
- το κείμενο ενός συγγραφέα κατ᾿ αντιδιαστολή προς την εξήγηση του κειμένου
- (στον πληθυντικό) «αἱ λέξεις»: το γλωσσάριο
Εκφράσεις
- κατὰ λέξιν: κυριολεκτικά
- παρὰ λέξιν: εσφαλμένως
Παράγωγα
Σύνθετα
- λεξι-, λεξι-, λεξί-, λεξ- Αρχαίες ελληνικές λέξεις με πρόθημα λεξι- στο Βικιλεξικό
Απόγονοι
- ⇒ νέα ελληνικά: λέξη
- ↷ αγγλικά: lexis
- ↷ λατινικά: lexis
- ↷ παλαιά αρμενικά: ლექსი (λέξι)
- ⇒ αρμενικά: ლექსი (λέξι)
Αναφορές
- λέξις - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
Πηγές
- λέξις - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.