καφετής

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο καφετής η καφετιά το καφετί
      γενική του καφετή
& καφετιού
της καφετιάς του καφετιού
(καφετί)
    αιτιατική τον καφετή την καφετιά το καφετί
     κλητική καφετή καφετιά καφετί
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι καφετιοί οι καφετιές τα καφετιά
      γενική των καφετιών των καφετιών των καφετιών
    αιτιατική τους καφετιούς τις καφετιές τα καφετιά
     κλητική καφετιοί καφετιές καφετιά
Οι τύποι με γιώτα (-ιού, -ιοί, -ιά, -ιών, ...) προφέρονται με συνίζηση.
Και άκλιτο για όλα τα γένη, καφετί.
Κατηγορία όπως «σταχτής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

καφετής < καφεδής με τροπή [ð] > [t] κατά το σταχτής < καφές, θέμα καφεδ- [1]

Επίθετο

καφετής, -ιά, -ί και άκλιτο καφετί

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Αναφορές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.