θερινό ηλιοστάσιο
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | θερινό ηλιοστάσιο | τα | θερινά ηλιοστάσια |
| γενική | του | θερινού ηλιοστασίου | των | θερινών ηλιοστασίων |
| αιτιατική | το | θερινό ηλιοστάσιο | τα | θερινά ηλιοστάσια |
| κλητική | θερινό ηλιοστάσιο | θερινά ηλιοστάσια | ||
| Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- θερινό ηλιοστάσιο < θερινό & ηλιοστάσιο
Πολυλεκτικός όρος
θερινό ηλιοστάσιο ουδέτερο
Σημειώσεις
- Στο Βόρειο ημισφαίριο το φαινόμενο παρατηρείται κάπου ανάμεσα 20-22 Ιουνίου, και κατά την στιγμή αυτή έχουμε τη μεγαλύτερη σε διάρκεια ημέρα του έτους.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.