εθνικιστής

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο εθνικιστής οι εθνικιστές
      γενική του εθνικιστή των εθνικιστών
    αιτιατική τον εθνικιστή τους εθνικιστές
     κλητική εθνικιστή εθνικιστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

εθνικιστής < εθνικ(ισμός) + -ιστής, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική nationalist ή από τη γαλλική nationaliste[1]

Προφορά

ΔΦΑ : /e.θni.ciˈstis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: εθνικιστής

Ουσιαστικό

εθνικιστής αρσενικό (θηλυκό εθνικίστρια)

Μεταφράσεις

Αναφορές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.