δεκάλεπτος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | δεκάλεπτος | η | δεκάλεπτη | το | δεκάλεπτο |
| γενική | του | δεκάλεπτου | της | δεκάλεπτης | του | δεκάλεπτου |
| αιτιατική | τον | δεκάλεπτο | τη | δεκάλεπτη | το | δεκάλεπτο |
| κλητική | δεκάλεπτε | δεκάλεπτη | δεκάλεπτο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | δεκάλεπτοι | οι | δεκάλεπτες | τα | δεκάλεπτα |
| γενική | των | δεκάλεπτων | των | δεκάλεπτων | των | δεκάλεπτων |
| αιτιατική | τους | δεκάλεπτους | τις | δεκάλεπτες | τα | δεκάλεπτα |
| κλητική | δεκάλεπτοι | δεκάλεπτες | δεκάλεπτα | |||
| Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /ðeˈka.le.ptos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : δε‐κά‐λε‐πτος
Επίθετο
δεκάλεπτος, -η, -ο
Συγγενικά
Μεταφράσεις
δεκάλεπτος
|
|
Αναφορές
- δεκάλεπτος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.