αγγλοτραφής

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αγγλοτραφής η αγγλοτραφής το αγγλοτραφές
      γενική του αγγλοτραφούς* της αγγλοτραφούς του αγγλοτραφούς
    αιτιατική τον αγγλοτραφή την αγγλοτραφή το αγγλοτραφές
     κλητική αγγλοτραφή(ς) αγγλοτραφής αγγλοτραφές
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αγγλοτραφείς οι αγγλοτραφείς τα αγγλοτραφή
      γενική των αγγλοτραφών των αγγλοτραφών των αγγλοτραφών
    αιτιατική τους αγγλοτραφείς τις αγγλοτραφείς τα αγγλοτραφή
     κλητική αγγλοτραφείς αγγλοτραφείς αγγλοτραφή
* Και προφορικός τύπος σε -ή στη γενική ενικού αρσενικού, ή και θηλυκού
Κατηγορία όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

αγγλοτραφής < Άγγλος + -ο- + -τραφής

Επίθετο

αγγλοτραφής

Συνώνυμα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.