Παραλία
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | Παραλία | οι | Παραλίες |
| γενική | της | Παραλίας | των | Παραλιών |
| αιτιατική | την | Παραλία | τις | Παραλίες |
| κλητική | Παραλία | Παραλίες | ||
| Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Παραλία < παραλία
Προφορά
- ΔΦΑ : /pa.ɾaˈli.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Πα‐ρα‐λί‐α
Συγγενικά
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ἡ | Παραλίᾱ | αἱ | Παραλίαι |
| γενική | τῆς | Παραλίᾱς | τῶν | Παραλιῶν |
| δοτική | τῇ | Παραλίᾳ | ταῖς | Παραλίαις |
| αιτιατική | τὴν | Παραλίᾱν | τὰς | Παραλίᾱς |
| κλητική ὦ! | Παραλίᾱ | Παραλίαι | ||
| δυϊκός | ||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Παραλίᾱ | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | Παραλίαιν | ||
| 1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Παραλία < → λείπει η ετυμολογία
Αναφορές
- P. M. Fraser and E. Matthews 1987 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. I: The Aegean Islands. Cyprus. Cyrenaica, Oxford: Oxford University Press
- P. M. Fraser and E. Matthews 1997 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. III.A: The Peloponnese. Western Greece. Sicily. Magna Graecia, Oxford: Oxford University Press
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.