Ορέστης
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Ορέστης | ||
| γενική | του | Ορέστη | ||
| αιτιατική | τον | Ορέστη | ||
| κλητική | Ορέστη | |||
| Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Ορέστης < αρχαία ελληνική Ὀρέστης < ὄρος + ἵστημι
Προφορά
- ΔΦΑ : /oˈɾe.stis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ο‐ρέ‐στης
Κύριο όνομα
Ορέστης αρσενικό
- (ελληνική μυθολογία) o γιος του Αγαμέμνονα που σκότωσε τη μητέρα του Κλυταιμνήστρα για να εκδικηθεί το φόνο του πατέρα του
- ανδρικό όνομα
Συγγενικά
- η Ορέστεια
- τα Ορεστειακά
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.