Μάγνης

Αρχαία ελληνικά (grc)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
Μαγνητ-
ονομαστική Μάγνης οἱ Μάγνητες
      γενική τοῦ Μάγνητος τῶν Μαγνήτων
      δοτική τῷ Μάγνητ τοῖς Μάγνησ(ν)
    αιτιατική τὸν Μάγνητ τοὺς Μάγνητᾰς
     κλητική ! Μάγνης Μάγνητες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Μάγνητε
γεν-δοτ τοῖν  Μαγνήτοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'τάπης' όπως «τάπης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Μάγνης < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

Μάγνης αρσενικό

  1. (πατριδωνυμικό) κάτοικος της Μαγνησίας (της Θεσσαλίας ή της Λυδίας)
    (θηλυκό Μάγνησσα)
  2. ως κύριο όνομα: ανδρικό όνομα
  3. (σε επιθετική λειτουργία) συνώνυμο του Μαγνῆτις λίθος

Συγγενικά

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.