Λουιζιάνα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Λουιζιάνα
      γενική της Λουιζιάνας
    αιτιατική τη Λουιζιάνα
     κλητική Λουιζιάνα
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Λουιζιάνα < (άμεσο δάνειο) αγγλική Louisiana

Κύριο όνομα

Λουιζιάνα θηλυκό άκλιτο ή κλιτό

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.