Λευτεράκης
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Λευτεράκης | οι | Λευτεράκηδες |
| γενική | του | Λευτεράκη | των | Λευτεράκηδων |
| αιτιατική | τον | Λευτεράκη | τους | Λευτεράκηδες |
| κλητική | Λευτεράκη | Λευτεράκηδες | ||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Βαμβακάρης (κλίση: μανάβης)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Λευτεράκης < Λευτέρ(ης) + υποκοριστικό επίθημα -άκης → και δείτε τη λέξη Ελευθέριος
Προφορά
- ΔΦΑ : /le.fteˈɾa.cis/
Κύριο όνομα
Λευτεράκης αρσενικό
Μεταγραφές
- λατινικοί χαρακτήρες: Lefterakis
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.