Κουβέλτσι
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | Κουβέλτσι | τα | Κουβέλτσια |
| γενική | του | Κουβελτσιού | των | Κουβελτσιών |
| αιτιατική | το | Κουβέλτσι | τα | Κουβέλτσια |
| κλητική | Κουβέλτσι | Κουβέλτσια | ||
| Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. Συνήθως στον ενικό. | ||||
| Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
Κύριο όνομα
Κουβέλτσι ουδέτερο
- παλιά ονομασία χωριού του Δήμου Καλαμπάκας, που από το 1928 πήρε την επίσημη ονομασία Θεόπετρα
Συγγενικά
- → δείτε τη λέξη κουβέλι
Μεταφράσεις
Κουβέλτσι
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.