παλαιά άνω γερμανικά
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | τα | παλαιό άνω γερμανικά | ||
| γενική | των | παλαιών άνω γερμανικών | ||
| αιτιατική | τα | παλαιό άνω γερμανικά | ||
| κλητική | παλαιό άνω γερμανικά | |||
| Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- παλαιά άνω γερμανικά < (μεταφραστικό δάνειο) γερμανική Althochdeutsch < alt (παλιός) + hoch (υψηλός) + deutsch (γερμανικός)
Πολυλεκτικός όρος
παλαιά άνω γερμανικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- (γλώσσα) γλώσσα που ομιλούνταν στη νότια Γερμανία από τον 8ο μέχρι τον 12ο αιώνα
-
Old High German στην αγγλική Βικιπαίδεια

-
Γερμανικές γλώσσες στη Βικιπαίδεια

- κωδικός γλώσσας: goh
Μεταφράσεις
παλαιά άνω γερμανικά
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.