pré-

Γαλλικά (fr)

Ετυμολογία

pré- < λατινική prae (μπροστά, πριν)

Πρόθημα

pré- (fr)

  1. στον χρόνο
    préavis: προειδοποίηση
    prédire: προαναγγέλλω
    préfabriqué: προκατασκευασμένος
    préhistoire: προϊστορία
    prélavage: πρόπλυση
    préretraite: προσύνταξη
  2. στον χώρο
    Préalpes: βουνά που περικλείουν τις Άλπεις
    précité: προαναφερόμενος
    préfixe: πρόθημα
    prénom: το μικρό όνομα, που γράφεται πριν το κύριο (το επώνυμο)
    préposition: πρόθεση

Συνώνυμα

Αντώνυμα

  • après-
  • arrière-
  • post-
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.