pré-
Γαλλικά (fr)
Πρόθημα
pré- (fr)
- πρόθημα που εκφράζει προτεραιότητα
- στον χρόνο
- préavis: προειδοποίηση
- prédire: προαναγγέλλω
- préfabriqué: προκατασκευασμένος
- préhistoire: προϊστορία
- prélavage: πρόπλυση
- préretraite: προσύνταξη
- στον χώρο
- Préalpes: βουνά που περικλείουν τις Άλπεις
- précité: προαναφερόμενος
- préfixe: πρόθημα
- prénom: το μικρό όνομα, που γράφεται πριν το κύριο (το επώνυμο)
- préposition: πρόθεση
Αντώνυμα
- après-
- arrière-
- post-
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.