nostri

Βενετικά (vec)

Κλιτικός τύπος αντωνυμίας

nostri (vec)



Λατινικά (la)

Κλιτικός τύπος αντωνυμίας

nostri (la)

  1. προσωπική αντωνυμία
  2. κτητική αντωνυμία
    1. γενική ενικού, αρσενικού ή ουδέτερου γένους του noster
    2. ονομαστική πληθυντικού, αρσενικού γένους του noster

Κλίση

Προσωπική Αντωνυμία
ενικός
πτώση α' πρόσωπο β' πρόσωπο γ' πρόσωπο
ονομαστική ego tu -
γενική mei tui sui
δοτική mihi tibi sibi
αιτιατική me te se
κλητική - - -
αφαιρετική (a) me (a) te (a) se
πτώση πληθυντικός
ονομαστική nos vos -
γενική nostri & nostrum vestri & vestrum sui
δοτική nobis vobis sibi
αιτιατική nos vos se
κλητική - - -
αφαιρετική (a) nobis (a) vobis (a) se



Ιταλικά (it)

Κλιτικός τύπος αντωνυμίας

nostri (it)

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.