chat
Αγγλικά (en)
Προφορά
- ΔΦΑ : /t͡ʃæt/
Γαλλικά (fr)
Ετυμολογία 1
- chat < (κληρονομημένο) μέση γαλλική chat < (κληρονομημένο) παλαιά γαλλική chat < (κληρονομημένο) υστερολατινική cattus
Ετυμολογία 2
- chat < (άμεσο δάνειο) αγγλική chat
Προφορά
- ΔΦΑ : /t͡ʃat/
Σημειώσεις
- Η επίσημη λέξη είναι causette (Γαλλία) ή clavardage (Κεμπέκ).
Συνώνυμα
- → δείτε τη λέξη causette
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.