acknowledgment
Αγγλικά (en)
| ενικός | πληθυντικός |
| acknowledgment | acknowledgments |
Ουσιαστικό
acknowledgment (en)
- η αναγνώριση, η παραδοχή
- ευχαριστία συμβολής σε έργο (συνήθως έμμεσης πχ. χρήση παλαιότερων δεδομένων, τεχνικής κτλ.)
- η παραπομπή
- (τηλεπικοινωνίες, δίκτυο υπολογιστών) γνωστοποίηση ορθής λήψης σήματος, μηνύματος, κ.λπ. στον αποστολέα
- συντομογραφία: ack, ACK
- ≠ αντώνυμα: negative acknowledgment (NAK, nack)
- → δείτε τη λέξη synchronization (SYN)
Συγγενικά
-
acknowledgment στην αγγλική Βικιπαίδεια

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.