χειροθεσία

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η χειροθεσία οι χειροθεσίες
      γενική της χειροθεσίας των χειροθεσιών
    αιτιατική τη χειροθεσία τις χειροθεσίες
     κλητική χειροθεσία χειροθεσίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

χειροθεσία < ελληνιστική κοινή χειροθεσία < αρχαία ελληνική χείρ + τίθημι

Προφορά

ΔΦΑ : /çi.ɾo.θeˈsi.a/

Ουσιαστικό

χειροθεσία θηλυκό

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.