φραξιονισμός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο φραξιονισμός οι φραξιονισμοί
      γενική του φραξιονισμού των φραξιονισμών
    αιτιατική τον φραξιονισμό τους φραξιονισμούς
     κλητική φραξιονισμέ φραξιονισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

φραξιονισμός < (λόγιο δάνειο) γαλλική fractionn(isme) + fraction + -isme (-ισμός)[1] στη σημασία φράξια

Προφορά

ΔΦΑ : /fɾa.ksi̯o.niˈzoms/ & /fɾa.ksço.niˈzoms/
τυπογραφικός συλλαβισμός: φραξιονισμός

Ουσιαστικό

φραξιονισμός αρσενικό

  • (πολιτική) η δράση μιας ομάδας που έχει συγκροτήσει φράξια μέσα σε κόμμα ή οργάνωση, η πρακτική της δημιουργίας φράξιας

Συγγενικά

 και δείτε τη λέξη φράξια

Μεταφράσεις

Αναφορές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.