φράγκιο

Νέα ελληνικά (el)

  • Χημικό στοιχείο: Fr
  • Ατομικός αριθμός : 87
  • Προηγούμενο = Rn
  • Επόμενο = Ra

Δείτε επίσης: Περιοδικός πίνακας των στοιχείων

Ετυμολογία

φράγκιο < (λόγιο δάνειο) νεολατινική francium (γαλλική France (Γαλλία), όπου ανακαλύφθηκε)

Ουσιαστικό

φράγκιο ουδέτερο στον ενικό

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το φράγκιο τα φράγκια
      γενική του φράγκιου των φράγκιων
    αιτιατική το φράγκιο τα φράγκια
     κλητική φράγκιο φράγκια
Συνήθως στον ενικό.
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.