υποχονδριακός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | υποχονδριακός | η | υποχονδριακή | το | υποχονδριακό |
| γενική | του | υποχονδριακού | της | υποχονδριακής | του | υποχονδριακού |
| αιτιατική | τον | υποχονδριακό | την | υποχονδριακή | το | υποχονδριακό |
| κλητική | υποχονδριακέ | υποχονδριακή | υποχονδριακό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | υποχονδριακοί | οι | υποχονδριακές | τα | υποχονδριακά |
| γενική | των | υποχονδριακών | των | υποχονδριακών | των | υποχονδριακών |
| αιτιατική | τους | υποχονδριακούς | τις | υποχονδριακές | τα | υποχονδριακά |
| κλητική | υποχονδριακοί | υποχονδριακές | υποχονδριακά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- υποχονδριακός < αρχαία ελληνική ὑποχονδριακός
Προφορά
- ΔΦΑ : /i.po.xon.ðɾi.aˈkos/
Μεταφράσεις
υποχονδριακός
Ουσιαστικό
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | υποχονδριακός | οι | υποχονδριακοί |
| γενική | του | υποχονδριακού | των | υποχονδριακών |
| αιτιατική | τον | υποχονδριακό | τους | υποχονδριακούς |
| κλητική | υποχονδριακέ | υποχονδριακοί | ||
| Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
υποχονδριακός αρσενικό
Μεταφράσεις
υποχονδριακός
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.