υποθετικοπαραγωγικός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | υποθετικοπαραγωγικός | η | υποθετικοπαραγωγική | το | υποθετικοπαραγωγικό |
| γενική | του | υποθετικοπαραγωγικού | της | υποθετικοπαραγωγικής | του | υποθετικοπαραγωγικού |
| αιτιατική | τον | υποθετικοπαραγωγικό | την | υποθετικοπαραγωγική | το | υποθετικοπαραγωγικό |
| κλητική | υποθετικοπαραγωγικέ | υποθετικοπαραγωγική | υποθετικοπαραγωγικό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | υποθετικοπαραγωγικοί | οι | υποθετικοπαραγωγικές | τα | υποθετικοπαραγωγικά |
| γενική | των | υποθετικοπαραγωγικών | των | υποθετικοπαραγωγικών | των | υποθετικοπαραγωγικών |
| αιτιατική | τους | υποθετικοπαραγωγικούς | τις | υποθετικοπαραγωγικές | τα | υποθετικοπαραγωγικά |
| κλητική | υποθετικοπαραγωγικοί | υποθετικοπαραγωγικές | υποθετικοπαραγωγικά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- υποθετικοπαραγωγικός < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική hypothetico-deductive
Επίθετο
υποθετικοπαραγωγικός, -ή, -ό
- (φιλοσοφία, επιστημολογία) που σχετίζεται με την υποθετικοπαραγωγική μέθοδο
-
hypothetico-deductive model στην αγγλική Βικιπαίδεια

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.