υποδερμικός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο υποδερμικός η υποδερμική το υποδερμικό
      γενική του υποδερμικού της υποδερμικής του υποδερμικού
    αιτιατική τον υποδερμικό την υποδερμική το υποδερμικό
     κλητική υποδερμικέ υποδερμική υποδερμικό
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι υποδερμικοί οι υποδερμικές τα υποδερμικά
      γενική των υποδερμικών των υποδερμικών των υποδερμικών
    αιτιατική τους υποδερμικούς τις υποδερμικές τα υποδερμικά
     κλητική υποδερμικοί υποδερμικές υποδερμικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

υποδερμικός < υπόδερμα

Επίθετο

υποδερμικός, -ή, -ό

  • που βρίσκεται ή γίνεται κάτω από το δέρμα

Συνώνυμα

Αντώνυμα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.