υπαίθριος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | υπαίθριος | η | υπαίθρια | το | υπαίθριο |
| γενική | του | υπαίθριου | της | υπαίθριας | του | υπαίθριου |
| αιτιατική | τον | υπαίθριο | την | υπαίθρια | το | υπαίθριο |
| κλητική | υπαίθριε | υπαίθρια | υπαίθριο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | υπαίθριοι | οι | υπαίθριες | τα | υπαίθρια |
| γενική | των | υπαίθριων | των | υπαίθριων | των | υπαίθριων |
| αιτιατική | τους | υπαίθριους | τις | υπαίθριες | τα | υπαίθρια |
| κλητική | υπαίθριοι | υπαίθριες | υπαίθρια | |||
| ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «θαυμάσιος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- υπαίθριος < αρχαία ελληνική ὑπαίθριος < ὕπαιθρος
Επίθετο
υπαίθριος, -α, -ο
- που βρίσκεται ή συμβαίνει σε ανοιχτό (μη στεγασμένο) χώρο, στο ύπαιθρο
- ↪ μια υπαίθρια συναυλία
Συνώνυμα
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.