τασισμός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | τασισμός | οι | τασισμοί |
| γενική | του | τασισμού | των | τασισμών |
| αιτιατική | τον | τασισμό | τους | τασισμούς |
| κλητική | τασισμέ | τασισμοί | ||
| Συνήθως στον ενικό | ||||
| Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- τασισμός < (λόγιο δάνειο) γαλλική tachisme
Προφορά
- ΔΦΑ : /ta.siˈzmos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : τα‐σι‐σμός
Ουσιαστικό
τασισμός αρσενικό
- (ζωγραφική) τεχνική ζωγραφικής στην οποία ο καλλιτέχνης δημιουργεί κηλίδες στον καμβά μέσα από αυθόρμητες χειρονομίες
- ※ Η αναζήτηση του καλλιτέχνη στράφηκε στη δημιουργία έργου μέσα από την άμεση επαφή του με το υλικό, την ύλη, μια αναζήτηση που έγινε ο κοινός παρονομαστής εντελώς διαφορετικών καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων. Οι καινούριες εμπειρίες που αναδύθηκαν χαρακτηρίζονται γενικά με τον όρο «Άμορφη τέχνη» (Art Informel). Ένας κλάδος της είναι ο Τασισμός, (Tachisme, από τη γαλλική λέξη tache=κηλίδα)· ο άλλος είναι η Λυρική αφαίρεση (Lyrical Abstraction), όπου τονίζεται η ύπαρξη του χρώματος ως φυσικής ουσίας.
- Μεταπολεμική τέχνη στην Αμερική και στην Ευρώπη: Οι δεκαετίες 1960, 1970, 1980 [κεφάλαιο]. Στο Βασιλική Πετρίδου, & Όλγα Ζιρώ. 2015. Τέχνες και αρχιτεκτονική από την αναγέννηση έως τον 21ο αιώνα, Κάλλιπος. Κεφ. 10.
- ※ Η αναζήτηση του καλλιτέχνη στράφηκε στη δημιουργία έργου μέσα από την άμεση επαφή του με το υλικό, την ύλη, μια αναζήτηση που έγινε ο κοινός παρονομαστής εντελώς διαφορετικών καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων. Οι καινούριες εμπειρίες που αναδύθηκαν χαρακτηρίζονται γενικά με τον όρο «Άμορφη τέχνη» (Art Informel). Ένας κλάδος της είναι ο Τασισμός, (Tachisme, από τη γαλλική λέξη tache=κηλίδα)· ο άλλος είναι η Λυρική αφαίρεση (Lyrical Abstraction), όπου τονίζεται η ύπαρξη του χρώματος ως φυσικής ουσίας.
Συνώνυμα
- κηλιδογραφία
-
τασισμός στη Βικιπαίδεια

Πηγές
- Πάπυρος–Λαρούς–Μπριτάννικα: Λεξικό της ελληνικής γλώσσας, αρχαίας - μεσαιωνικής - νέας, ερμηνευτικό - ετυμολογικό. Αθήνα: Πάπυρος, 1981‑1994, έκδοση: 2013.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.