Σταυρανθή

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα Σταυρανθή
      γενική των Σταυρανθών
    αιτιατική τα Σταυρανθή
     κλητική Σταυρανθή
Κατηγορία όπως «αιλουροειδές» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Σταυρανθή < σταυρ- + άνθος, (μεταφραστικό δάνειο) γαλλική crucifères

Κύριο όνομα

Σταυρανθή ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.