σκοπέω
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
Ρήμα
σκοπέω / σκοπῶ (μέσο: σκοπέομαι / σκοποῦμαι)
Συνώνυμα
- σκέπτομαι (στους αττικούς συγγραφείς)
Σύνθετα
- -σκοπέω, -σκοπῶ Αρχαίες ελληνικές λέξεις με επίθημα -σκοπέω στο Βικιλεξικό
όπως
- ἀνασκοπέω
- ἀποσκοπέω
- ἀστεροσκοπέω
- ἀστροσκοπέω
- διαμορφοσκοπέομαι
- διασκοπῶ
- ἐπανασκοπέω
- ἐπισκοπέω
- εὐθυσκοπέω
- ἡμεροσκοπέω
- ἡπατοσκοπέω
- θυννοσκοπέω
- ἱεροσκοπέομαι
- ἰχνοσκοπέω
- κατασκοπέω
- ὁδοσκοπέω
- οἰωνοσκοπέω
- ὀρθοσκοπέω
- ὀρνεοσκοπέω
- ὀρνιθοσκοπέομαι
- παρασκοπέω
- περισκοπέω
- προσκοπέω
- προσσκοπέω
- συσκοπέω
- ὑδροσκοπέω
- ὡροσκοπέω
Παρασύνθετα
- σκοπιωρός
- σκοπιωρέω
- σκοπιωρέομαι-σκοπιωροῦμαι
Κλίση
- → λείπει η κλίση
Οι αττικοί συγγραφείς έκαναν χρήση μόνον του ενεστώτα (σκοπῶ) και παρατατικού (ἐσκόπουν) της ενεργητικής φωνής ενώ για τους άλλους χρόνους του ρήματος χρησιμοποιούσαν τύπους του ρήματος σκέπτομαι. Σε μεταγενέστερους συγγραφείς βρίσκονται πάντως και οι τύποι σκοπήσω για το μέλλοντα και ἐσκόπησα για τον αόριστο
Πηγές
- σκοπέω - Βασικό Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής - Αρχαία Ελληνική Γλώσσα και Γραμματεία - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2006‑2008. greek‑language.gr
- σκοπέω - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- σκοπέω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.