σκαφτιάς
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | σκαφτιάς | οι | σκαφτιάδες |
| γενική | του | σκαφτιά | των | σκαφτιάδων |
| αιτιατική | τον | σκαφτιά | τους | σκαφτιάδες |
| κλητική | σκαφτιά | σκαφτιάδες | ||
| Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /skaˈftças/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : σκα‐φτιάς
Ουσιαστικό
σκαφτιάς αρσενικό
Μεταφράσεις
σκαφτιάς
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.