σίτινος

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο σίτινος η σίτινη το σίτινο
      γενική του σίτινου της σίτινης του σίτινου
    αιτιατική τον σίτινο τη σίτινη το σίτινο
     κλητική σίτινε σίτινη σίτινο
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι σίτινοι οι σίτινες τα σίτινα
      γενική των σίτινων των σίτινων των σίτινων
    αιτιατική τους σίτινους τις σίτινες τα σίτινα
     κλητική σίτινοι σίτινες σίτινα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

σίτινος < ελληνιστική κοινή σίτινος < αρχαία ελληνική σῖτος

Επίθετο

σίτινος

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.