πιλαλάω

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

πιλαλάω < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική πιλαλῶ[1] [2] [3] ελληνιστική κοινή ἐπιλαλῶ (-έω) [4] < αρχαία ελληνική λαλέω. Η γραφή με γιώτα, κατά την εκδοχή του Κοραή (στη παράθεμα του Θεόδωρου Μωυσιάδη)[5]
Για τη γραφή με ήτα και τις εκδοχές ετυμολόγησής της  δείτε τη λέξη πηλαλάω.

Προφορά

ΔΦΑ : /pi.laˈla.o/
τυπογραφικός συλλαβισμός: πιλαλάω
ομόηχο: πηλαλάω

Ρήμα

πιλαλάω, -άς.../(πιλαλώ), πρτ.: πιλαλούσα/πιλάλαγα, αόρ.: πιλάλησα (χωρίς παθητική φωνή)

  • πλαλάω (ιδιωματικό)

Συγγενικά

γραφές με γιώτα ή με ήτα

Κλίση

Δε συνηθίζεται η κλίση σε -ώ (λαϊκότροπο ρήμα).

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. σελ.283, Τόμος 16 Κριαράς, Εμμανουήλ. Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Τόμοι Α'-ΙΗ'. (Τόμοι ΙΕ'-ΙΗ' επιμ. Ιωάννης Ν. Καζάζης) πολυτονικό σύστημα: τόμοι 1-5, μεταγραφή σε μονοτονικό: τόμοι 6-τέλος], pdf.Βιβλιογραφία.  Άπαντα Εμμανουήλ Κριαρά στην Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
  2. πιλαλέω - LBG - Trapp, Erich, et al. (1994–2007) Lexikon zur byzantinischen Gräzität besonders des 9.-12. Jahrhunderts (Λεξικό της Βυζαντινής Ελληνικής, ιδίως για τον 9ο-12ο αιώνα), Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften (Έκδοση της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών)
  3. ἐπιλαλέω - LBG - Trapp, Erich, et al. (1994–2007) Lexikon zur byzantinischen Gräzität besonders des 9.-12. Jahrhunderts (Λεξικό της Βυζαντινής Ελληνικής, ιδίως για τον 9ο-12ο αιώνα), Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften (Έκδοση της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών)
  4. πιλαλώ - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
  5.   Θεόδωρος Μωυσιάδης, Ιεράρχηση κριτηρίων στην ετυμολογική έρευνα, Γλωσσολογία/Glossologia 19 (2011), σελ. 47
    H δεύτερη εισήγηση, η οποία προκρίνεται ως συνεπέστερη, είναι η πρόταση του Κοραή, ο οποίος έθεσε ως αφετηρία τον αόριστο ἐπιλάλησα του ελνστ. ἐπιλαλῶ «φλυαρώ, μιλώ γρήγορα» (και κατ' επέκταση «τρέχω γρήγορα»), που ενισχύεται από τον τύπο πιλαλάω στη διάλεκτο της Κάτω Ιταλίας. Στα δύο πιο πρόσφατα λεξικογραφικά έργα της Μεσαιωνικής Ελληνικής, το λεξικό τού Κριαρά και το λεξικό τού Trapp, προκρίνεται η ετυμολόγηση του Κοραή και το ρήμα γράφεται κανονικά με -ι-: πιλαλώ.

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.