παρουσιαστής

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο παρουσιαστής οι παρουσιαστές
      γενική του παρουσιαστή των παρουσιαστών
    αιτιατική τον παρουσιαστή τους παρουσιαστές
     κλητική παρουσιαστή παρουσιαστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

παρουσιαστής < παρουσιάζω + -τής, (μεταφραστικό δάνειο) γαλλική présentateur

Ουσιαστικό

παρουσιαστής αρσενικό (θηλυκό: παρουσιάστρια)

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.