παναραβικός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | παναραβικός | η | παναραβική | το | παναραβικό |
| γενική | του | παναραβικού | της | παναραβικής | του | παναραβικού |
| αιτιατική | τον | παναραβικό | την | παναραβική | το | παναραβικό |
| κλητική | παναραβικέ | παναραβική | παναραβικό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | παναραβικοί | οι | παναραβικές | τα | παναραβικά |
| γενική | των | παναραβικών | των | παναραβικών | των | παναραβικών |
| αιτιατική | τους | παναραβικούς | τις | παναραβικές | τα | παναραβικά |
| κλητική | παναραβικοί | παναραβικές | παναραβικά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
Προφορά
- ΔΦΑ : /pa.na.ɾa.viˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πα‐να‐ρα‐βι‐κός
Επίθετο
παναραβικός
- ο σχετικός με ολόκληρη τον χώρο των Αράβων, ή χωρών που επίσημη γλώσσα είναι η αραβική
Μεταφράσεις
παναραβικός
|
|
Αναφορές
- παναραβικός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.