οξφορδιανός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | οξφορδιανός | η | οξφορδιανή | το | οξφορδιανό |
| γενική | του | οξφορδιανού | της | οξφορδιανής | του | οξφορδιανού |
| αιτιατική | τον | οξφορδιανό | την | οξφορδιανή | το | οξφορδιανό |
| κλητική | οξφορδιανέ | οξφορδιανή | οξφορδιανό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | οξφορδιανοί | οι | οξφορδιανές | τα | οξφορδιανά |
| γενική | των | οξφορδιανών | των | οξφορδιανών | των | οξφορδιανών |
| αιτιατική | τους | οξφορδιανούς | τις | οξφορδιανές | τα | οξφορδιανά |
| κλητική | οξφορδιανοί | οξφορδιανές | οξφορδιανά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Επίθετο
οξφορδιανός -ή, ό
- (γενικότερα) που σχετίζεται με την πόλη της Οξφόρδης ή το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης ή αναφέρεται σε αυτά
- ※ Ειδικά για τον Γ. Χορτάτση-Χορτάκιο, ο τονισμός του βενετοκρητικού (και όχι του ελληνοκρητικού) παράγοντα στον τίτλο του οξφορδιανού βιβλίου είναι εν μέρει παραπλανητικός
- Γιώργος Κεχαγιόγλου: κριτική του βιβλίου της Rosemary E. Bancroft-Marcus Georgios Chortatsis (Οξφόρδη: Oxford University Press, 2013), στο περ. Ελληνικά 65,2 (2015), σ. 372, υποσ. 3· ems.gr, ιστότοπος της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, πρόσβαση: 2021-01-18.
- ※ Ειδικά για τον Γ. Χορτάτση-Χορτάκιο, ο τονισμός του βενετοκρητικού (και όχι του ελληνοκρητικού) παράγοντα στον τίτλο του οξφορδιανού βιβλίου είναι εν μέρει παραπλανητικός
- (ειδικότερα):
- (φιλολογία, τυπογραφία, γραμματική) οξφορδιανά αγγλικά, οξφορδιανή ορθογραφία: η ορθογραφία λέξεων της αγγλικής γλώσσας που σχετίζεται με το λεξικό του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης (Oxford English Dictionary, συντομ. OED) και την ορθογραφία που ακολουθεί ο εκδοτικός οίκος του ίδιου πανεπιστημίου (Oxford University Press)· κεντρική θέση κατέχει η γραφή της παραγωγικής κατάληξης -ize (σε ορισμένες περιπτώσεις: -yze) αντί της -ise, με την οποία δημιουργείται πλήθος ρημάτων από επίθετα και ουσιαστικά της αγγλικής γλώσσας[1]
- (κατ’ επέκταση) που μιλά (ή γράφει) την αγγλική γλώσσα με ύφος επίσημο και πολύ τυπικό
- ※ Τα σχόλια του κ. Τσακαλώτου επί της θέσης μας, και μάλιστα με το γνωστό οξφορδιανό και ασύμβατο με εμάς ύφος του, δεν προσθέτουν τίποτα επί της ουσίας
- «Σταϊκούρας: Τα σχόλια Τσακαλώτου με το γνωστό οξφορδιανό του ύφος δεν προσθέτουν τίποτα», protothema.gr (26 Μαΐου 2020)· πρόσβαση: 2021-01-18.
- ※ Τα σχόλια του κ. Τσακαλώτου επί της θέσης μας, και μάλιστα με το γνωστό οξφορδιανό και ασύμβατο με εμάς ύφος του, δεν προσθέτουν τίποτα επί της ουσίας
Συγγενικά
- Οξφορδιανός (πατριδωνυμικό)
Μεταφράσεις
οξφορδιανός
|
|
Αναφορές
- Βλ. New Hart's Rules: The Handbook of Style for Writers and Editors. Προσαρμογή από το Oxford Guide to Style: R.M. Ritter (Οξφόρδη: Oxford University Press, 2005. ISBN 0198610416). Στις σσ. 43 κ.εξ. η αναφορά στις καταλήξεις ize και ise.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.