νεολατινικός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | νεολατινικός | η | νεολατινική | το | νεολατινικό |
| γενική | του | νεολατινικού | της | νεολατινικής | του | νεολατινικού |
| αιτιατική | τον | νεολατινικό | τη | νεολατινική | το | νεολατινικό |
| κλητική | νεολατινικέ | νεολατινική | νεολατινικό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | νεολατινικοί | οι | νεολατινικές | τα | νεολατινικά |
| γενική | των | νεολατινικών | των | νεολατινικών | των | νεολατινικών |
| αιτιατική | τους | νεολατινικούς | τις | νεολατινικές | τα | νεολατινικά |
| κλητική | νεολατινικοί | νεολατινικές | νεολατινικά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- νεολατινικός < (μεταφραστικό δάνειο) γαλλική néolatin[1]
Επίθετο
νεολατινικός, -ή, -ό
Συνώνυμα
Αναφορές
- νεολατινικός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.