μορφοδυναμική

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μορφοδυναμική οι μορφοδυναμικές
      γενική της μορφοδυναμικής των μορφοδυναμικών
    αιτιατική τη μορφοδυναμική τις μορφοδυναμικές
     κλητική μορφοδυναμική μορφοδυναμικές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

μορφοδυναμική < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική morphodynamics < αρχαία ελληνική μορφή + δυναμική, θηλυκό του δυναμικός

Ουσιαστικό

μορφοδυναμική θηλυκό

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.