μετεκλογικός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο μετεκλογικός η μετεκλογική το μετεκλογικό
      γενική του μετεκλογικού της μετεκλογικής του μετεκλογικού
    αιτιατική τον μετεκλογικό τη μετεκλογική το μετεκλογικό
     κλητική μετεκλογικέ μετεκλογική μετεκλογικό
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι μετεκλογικοί οι μετεκλογικές τα μετεκλογικά
      γενική των μετεκλογικών των μετεκλογικών των μετεκλογικών
    αιτιατική τους μετεκλογικούς τις μετεκλογικές τα μετεκλογικά
     κλητική μετεκλογικοί μετεκλογικές μετεκλογικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

μετεκλογικός < μετ(α)- + εκλογικός

Προφορά

ΔΦΑ : /me.te.klo.ʝiˈkos/

Επίθετο

μετεκλογικός, -ή, -ό

Αντώνυμα

Συγγενικά

 δείτε τις λέξεις μετά, εκλογή και λέγω

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.