κροάτικος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | κροάτικος | η | κροάτικη | το | κροάτικο |
| γενική | του | κροάτικου | της | κροάτικης | του | κροάτικου |
| αιτιατική | τον | κροάτικο | την | κροάτικη | το | κροάτικο |
| κλητική | κροάτικε | κροάτικη | κροάτικο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | κροάτικοι | οι | κροάτικες | τα | κροάτικα |
| γενική | των | κροάτικων | των | κροάτικων | των | κροάτικων |
| αιτιατική | τους | κροάτικους | τις | κροάτικες | τα | κροάτικα |
| κλητική | κροάτικοι | κροάτικες | κροάτικα | |||
| Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
Μεταφράσεις
κροάτικος
|
- κροάτικος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.