κολυμπίδια

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα κολυμπίδια
      γενική
    αιτιατική τα κολυμπίδια
     κλητική κολυμπίδια
Η κατάληξη -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

κολυμπίδια < κολύμπι + -ίδια

Ουσιαστικό

κολυμπίδια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.