καταχωρίζω
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- καταχωρίζω < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική καταχωρίζω < κατα- + χωρίζω
Προφορά
- ΔΦΑ : /ka.ta.xoˈɾi.zo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κα‐τα‐χω‐ρί‐ζω
Ρήμα
καταχωρίζω, αόρ.: καταχώρισα, παθ.φωνή: καταχωρίζομαι, π.αόρ.: καταχωρίστηκα, μτχ.π.π.: καταχωρισμένος
Συνώνυμα
Κλίση
Ενεργητική φωνή
| Εξακολουθητικοί χρόνοι | ||||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| πρόσωπα | Ενεστώτας | Παρατατικός | Εξ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
| α' ενικ. | καταχωρίζω | καταχώριζα | θα καταχωρίζω | να καταχωρίζω | καταχωρίζοντας | |
| β' ενικ. | καταχωρίζεις | καταχώριζες | θα καταχωρίζεις | να καταχωρίζεις | καταχώριζε | |
| γ' ενικ. | καταχωρίζει | καταχώριζε | θα καταχωρίζει | να καταχωρίζει | ||
| α' πληθ. | καταχωρίζουμε | καταχωρίζαμε | θα καταχωρίζουμε | να καταχωρίζουμε | ||
| β' πληθ. | καταχωρίζετε | καταχωρίζατε | θα καταχωρίζετε | να καταχωρίζετε | καταχωρίζετε | |
| γ' πληθ. | καταχωρίζουν(ε) | καταχώριζαν καταχωρίζαν(ε) |
θα καταχωρίζουν(ε) | να καταχωρίζουν(ε) | ||
| Συνοπτικοί χρόνοι | ||||||
| πρόσωπα | Αόριστος | Συνοπτ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Απαρέμφατο | |
| α' ενικ. | καταχώρισα | θα καταχωρίσω | να καταχωρίσω | καταχωρίσει | ||
| β' ενικ. | καταχώρισες | θα καταχωρίσεις | να καταχωρίσεις | καταχώρισε | ||
| γ' ενικ. | καταχώρισε | θα καταχωρίσει | να καταχωρίσει | |||
| α' πληθ. | καταχωρίσαμε | θα καταχωρίσουμε | να καταχωρίσουμε | |||
| β' πληθ. | καταχωρίσατε | θα καταχωρίσετε | να καταχωρίσετε | καταχωρίστε | ||
| γ' πληθ. | καταχώρισαν καταχωρίσαν(ε) |
θα καταχωρίσουν(ε) | να καταχωρίσουν(ε) | |||
| Συντελεσμένοι χρόνοι | ||||||
| πρόσωπα | Παρακείμενος | Υπερσυντέλικος | Συντελ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | |
| α' ενικ. | έχω καταχωρίσει | είχα καταχωρίσει | θα έχω καταχωρίσει | να έχω καταχωρίσει | ||
| β' ενικ. | έχεις καταχωρίσει | είχες καταχωρίσει | θα έχεις καταχωρίσει | να έχεις καταχωρίσει | ||
| γ' ενικ. | έχει καταχωρίσει | είχε καταχωρίσει | θα έχει καταχωρίσει | να έχει καταχωρίσει | ||
| α' πληθ. | έχουμε καταχωρίσει | είχαμε καταχωρίσει | θα έχουμε καταχωρίσει | να έχουμε καταχωρίσει | ||
| β' πληθ. | έχετε καταχωρίσει | είχατε καταχωρίσει | θα έχετε καταχωρίσει | να έχετε καταχωρίσει | ||
| γ' πληθ. | έχουν καταχωρίσει | είχαν καταχωρίσει | θα έχουν καταχωρίσει | να έχουν καταχωρίσει |
| |
Παθητική φωνή
| Εξακολουθητικοί χρόνοι | ||||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| πρόσωπα | Ενεστώτας | Παρατατικός | Εξ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
| α' ενικ. | καταχωρίζομαι | καταχωριζόμουν(α) | θα καταχωρίζομαι | να καταχωρίζομαι | ||
| β' ενικ. | καταχωρίζεσαι | καταχωριζόσουν(α) | θα καταχωρίζεσαι | να καταχωρίζεσαι | ||
| γ' ενικ. | καταχωρίζεται | καταχωριζόταν(ε) | θα καταχωρίζεται | να καταχωρίζεται | ||
| α' πληθ. | καταχωριζόμαστε | καταχωριζόμαστε καταχωριζόμασταν |
θα καταχωριζόμαστε | να καταχωριζόμαστε | ||
| β' πληθ. | καταχωρίζεστε | καταχωριζόσαστε καταχωριζόσασταν |
θα καταχωρίζεστε | να καταχωρίζεστε | (καταχωρίζεστε) | |
| γ' πληθ. | καταχωρίζονται | καταχωρίζονταν καταχωριζόντουσαν |
θα καταχωρίζονται | να καταχωρίζονται | ||
| Συνοπτικοί χρόνοι | ||||||
| πρόσωπα | Αόριστος | Συνοπτ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Απαρέμφατο | |
| α' ενικ. | καταχωρίστηκα | θα καταχωριστώ | να καταχωριστώ | καταχωριστεί | ||
| β' ενικ. | καταχωρίστηκες | θα καταχωριστείς | να καταχωριστείς | καταχωρίσου | ||
| γ' ενικ. | καταχωρίστηκε | θα καταχωριστεί | να καταχωριστεί | |||
| α' πληθ. | καταχωριστήκαμε | θα καταχωριστούμε | να καταχωριστούμε | |||
| β' πληθ. | καταχωριστήκατε | θα καταχωριστείτε | να καταχωριστείτε | καταχωριστείτε | ||
| γ' πληθ. | καταχωρίστηκαν καταχωριστήκαν(ε) |
θα καταχωριστούν(ε) | να καταχωριστούν(ε) | |||
| Συντελεσμένοι χρόνοι | ||||||
| πρόσωπα | Παρακείμενος | Υπερσυντέλικος | Συντελ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
| α' ενικ. | έχω καταχωριστεί | είχα καταχωριστεί | θα έχω καταχωριστεί | να έχω καταχωριστεί | καταχωρισμένος | |
| β' ενικ. | έχεις καταχωριστεί | είχες καταχωριστεί | θα έχεις καταχωριστεί | να έχεις καταχωριστεί | ||
| γ' ενικ. | έχει καταχωριστεί | είχε καταχωριστεί | θα έχει καταχωριστεί | να έχει καταχωριστεί | ||
| α' πληθ. | έχουμε καταχωριστεί | είχαμε καταχωριστεί | θα έχουμε καταχωριστεί | να έχουμε καταχωριστεί | ||
| β' πληθ. | έχετε καταχωριστεί | είχατε καταχωριστεί | θα έχετε καταχωριστεί | να έχετε καταχωριστεί | ||
| γ' πληθ. | έχουν καταχωριστεί | είχαν καταχωριστεί | θα έχουν καταχωριστεί | να έχουν καταχωριστεί | ||
| Συντελεσμένοι χρόνοι (β΄ τύποι) | ||||||
| Παρακείμενος | είμαι, είσαι, είναι καταχωρισμένος - είμαστε, είστε, είναι καταχωρισμένοι | |||||
| Υπερσυντέλικος | ήμουν, ήσουν, ήταν καταχωρισμένος - ήμαστε, ήσαστε, ήταν καταχωρισμένοι | |||||
| Συντελ. Μέλλ. | θα είμαι, θα είσαι, θα είναι καταχωρισμένος - θα είμαστε, θα είστε, θα είναι καταχωρισμένοι | |||||
| Υποτακτική | να είμαι, να είσαι, να είναι καταχωρισμένος - να είμαστε, να είστε, να είναι καταχωρισμένοι | |||||
Αναφορές
- καταχωρώ (σημείωση) - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
Πηγές
- καταχωρίζω, καταχωρώ - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- καταχωρίζω, καταχωρώ - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Αρχαία ελληνικά (grc)
Παράγωγα
παράγωγα και σύνθετα:
- ἀκαταχώριστος
- ἀντικαταχωρισμός
- ἐγκαταχωρίζω
- καταχωρισμός
- καταχωριστέον
- προκαταχωρίζω
- προσκαταχωρίζω
- συγκαταχωρίζω
Πηγές
- καταχωρίζω - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- καταχωρίζω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.