ιντερλούδιο
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | ιντερλούδιο | τα | ιντερλούδια |
| γενική | του | ιντερλούδιου | των | ιντερλούδιων |
| αιτιατική | το | ιντερλούδιο | τα | ιντερλούδια |
| κλητική | ιντερλούδιο | ιντερλούδια | ||
| Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- ιντερλούδιο < ιταλική interludio (δραματικό ιντερμέδιο)
Ουσιαστικό
ιντερλούδιο ουδέτερο
- δραματικό μουσικό ή κινηματογραφικό ιντερμέδιο που εκτελείται στη διάρκεια ενός θεάματος
- (μουσική) μουσικό κομμάτι που χρησιμεύει σαν μετάβαση μεταξύ δυο πράξεων ή δυο σκηνών ενός θεατρικού έργου
- (μουσική) ονομασία που δίνουν μερικές φορές σε επεισόδιο φούγκας
- (μουσική) στο εκκλησιαστικό όργανο, μικρός αυτοσχεδιασμός μεταξύ δυο στροφών ύμνου, ψαλμού ή χορικού
Μεταφράσεις
ιντερλούδιο
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.