ημίπληκτος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | ημίπληκτος | η | ημίπληκτη | το | ημίπληκτο |
| γενική | του | ημίπληκτου | της | ημίπληκτης | του | ημίπληκτου |
| αιτιατική | τον | ημίπληκτο | την | ημίπληκτη | το | ημίπληκτο |
| κλητική | ημίπληκτε | ημίπληκτη | ημίπληκτο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | ημίπληκτοι | οι | ημίπληκτες | τα | ημίπληκτα |
| γενική | των | ημίπληκτων | των | ημίπληκτων | των | ημίπληκτων |
| αιτιατική | τους | ημίπληκτους | τις | ημίπληκτες | τα | ημίπληκτα |
| κλητική | ημίπληκτοι | ημίπληκτες | ημίπληκτα | |||
| Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Συγγενικά
Μεταφράσεις
ημίπληκτος
|
|
- ημίπληκτος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.