ηλεμήνυμα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ηλεμήνυμα τα ηλεμηνύματα
      γενική του ηλεμηνύματος των ηλεμηνυμάτων
    αιτιατική το ηλεμήνυμα τα ηλεμηνύματα
     κλητική ηλεμήνυμα ηλεμηνύματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ηλεμήνυμα < ηλε- + μήνυμα ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική email)

Ουσιαστικό

ηλεμήνυμα ουδέτερο

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.