ευδαίμων

Νέα ελληνικά (el)

λείπει η κλίση

Ετυμολογία

ευδαίμων < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική εὐδαίμων < εὖ (ευ-) + δαίμων

Επίθετο

ευδαίμων

Συγγενικά

 και δείτε τις λέξεις ευ και δαίμων

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. ευδαιμονιστικά - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.