επιδεικτικότητα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η επιδεικτικότητα οι επιδεικτικότητες
      γενική της επιδεικτικότητας των επιδεικτικοτήτων
    αιτιατική την επιδεικτικότητα τις επιδεικτικότητες
     κλητική επιδεικτικότητα επιδεικτικότητες
Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επιδεικτικότητα < επιδεικτικ(ός) + -ότητα

Προφορά

ΔΦΑ : /e.pi.ði.ktiˈko.ti.ta/
τυπογραφικός συλλαβισμός: επιδεικτικότητα

Ουσιαστικό

επιδεικτικότητα θηλυκό

Μεταφράσεις

Πηγές

  • επιδεικτικότητα - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
  • επιδεικτικότητα - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.