ενδοδίκτυο

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ενδοδίκτυο τα ενδοδίκτυα
      γενική του ενδοδίκτυου
& ενδοδικτύου
των ενδοδίκτυων
& ενδοδικτύων
    αιτιατική το ενδοδίκτυο τα ενδοδίκτυα
     κλητική ενδοδίκτυο ενδοδίκτυα
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ενδοδίκτυο < ενδο- + δίκτυο ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική intranet)

Ουσιαστικό

ενδοδίκτυο ουδέτερο

  • (πληροφορική) intranet: ιδιωτικό δίκτυο υπολογιστών, που χρησιμοποιεί πρωτόκολλα και γενικότερα τεχνολογίες του διαδικτύου (internet)
      Τα βασικά πλεονεκτήµατα των ενδοδικτύων, είναι το µικρό κόστος ανάπτυξης και παράδοσης, η εύκολη εγκατάσταση, χρήση και συντήρησή τους, η δυνατότητα συνεργασίας µε παραδοσιακές εφαρµογές και βάσεις δεδοµένων, και η ανοικτή αρχιτεκτονική τους, η οποία τα καθιστά ανεξάρτητα από τις λύσεις του κάθε συγκεκριµένου κατασκευαστή. [1]

Συγγενικά

Συγγενικά

  • ενδοδικτυακός

Μεταφράσεις

Αναφορές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.