intranet
Αγγλικά (en)
Ετυμολογία
- intranet < intra- + net
-
intranet στην αγγλική Βικιπαίδεια

Αναφορές
- «ενδοδίκτυο» από αναζήτηση «intranet» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.
- (αγγλικά) Intranet of the Hellenic Ministry of Culture. Προσπέλαση 2020-05-25.
- Ενδοδίκτυο του Υπουργείου Πολιτισμού. Προσπέλαση 2020-05-25.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.