ίντερνετ
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- ίντερνετ < (άμεσο δάνειο) αγγλική internet
Προφορά
- ΔΦΑ : /ˈin.teɾ.net/
Πολυλεκτικοί όροι
Συγγενικά
- ινερνετάκιας
- ιντερνετικός
- ιντερνετισμός
Μεταφράσεις
ίντερνετ
|
→ δείτε τη λέξη διαδίκτυο |
Πηγές
- ίντερνετ - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ίντερνετ - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.