εκ παραδρομής

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

εκ παραδρομής > (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή ἐκ παραδρομῆς > αρχαία ελληνική ἐν παραδρομῇ[1]  δείτε  ἐκ & παραδρομή στη γενική ενικού

Έκφραση

εκ παραδρομής

Όροι για τα λάθη στον λόγο:

Μεταφράσεις

Αναφορές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.