δελφικός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο δελφικός η δελφική το δελφικό
      γενική του δελφικού της δελφικής του δελφικού
    αιτιατική τον δελφικό τη δελφική το δελφικό
     κλητική δελφικέ δελφική δελφικό
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι δελφικοί οι δελφικές τα δελφικά
      γενική των δελφικών των δελφικών των δελφικών
    αιτιατική τους δελφικούς τις δελφικές τα δελφικά
     κλητική δελφικοί δελφικές δελφικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

δελφικός < αρχαία ελληνική Δελφικός.[1] Μορφολογικά αναλύεται σε Δελφ(οί) + -ικός.

Προφορά

ΔΦΑ : /ðel.fiˈkos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: δελφικός

Επίθετο

δελφικός, -ή, -ό

  • σχετικός με τους Δελφούς
      Οι πρώτες Δελφικές Εορτές πραγματοποιήθηκαν στις 9 και 10 Μαΐου 1927, στο αρ­χαίο θέατρο και στο στάδιο των Δελφών. Ήταν το αποτέλεσμα μιας φιλόδοξης διοργάνωσης βασισμένης στη Δελφική Ιδέα που είχε οραματιστεί ο Άγγελος Σικελιανός, την ιδέα συγκρότησης μιας παγκόσμιας πνευματικής κοινότητας με στόχο την πνευματική ανύψωση και συναδέλφωση των λαών θέτοντας στο επίκεντρο τα ιδεώδη του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού.
    Η Δελφική ιδέα που οραματίστηκε ο Άγγελος Σικελιανός, ertnews.gr, 9 Μαΐου 2021

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998), λήμμα: Δελφοί
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.